Στην άκρη της κεντρικής πλατείας του Γαβαλοχωρίου (πίσω από το μνημείο του πολέμου), βρίσκεται ο ζεστός και φιλόξενος «Γαβαλιανός Καφενές». Οι περισσότεροι το αποκαλούν ως η «Ταβέρνα της Μόνικα», επειδή ανήκει στην Monica van den Bosch.
Η Μόνικα νοικιάζει το 300 ετών κτίριο, στο οποίο στεγάζεται η ταβέρνα, από μια ντόπια Γαβαλοχωριανή, που το κληρονόμησε ως προίκα από τον πατέρα της. Ο χώρος χρησιμοποιούταν ως καφενείο, ακόμη και κατά την Τουρκοκρατία. Μάλιστα, μπορείτε ακόμα να δείτε το τζάκι, όπου ψηνόταν ο καφές, στον τοίχο πίσω από το μπαρ. Κάποια στιγμή στο παρελθόν, το καφενείο λειτουργούσε και ως κουρείο, και μπορείτε ακόμα να δείτε τον παλιό καθρέφτη του κουρέα, στον τοίχο στα αριστερά του μπαρ. Το καφενείο είχε πολλά διαφορετικά ονόματα σε όλη την ιστορία του. Ένα από αυτά ήταν το «Υπομονή» και μπορείτε να δείτε μια πράσινη πινακίδα με αυτό το όνομα, στον τοίχο στα δεξιά του μπαρ.
Τη δεκαετία του 1970, τα ποτά του καφενείου αποθηκεύονταν σε ένα τελάρο, μέσα σε ένα πηγάδι στην άκρη του κτιρίου, για να παραμένουν κρύα. Ο ιδιοκτήτης του καφενείου έπρεπε σε κάθε παραγγελία να τραβήξει το τελάρο από το πηγάδι με ένα σχοινί, πράγμα που τον δυσκόλευε πολύ, λόγω της προχωρημένης ηλικίας του. Τα παιδιά του χωριού, για να τον δυσκολέψουν ακόμη περισσότερο, παρήγγελναν ένα ένα αφέψημα κάθε φορά.
Η Μόνικα και ο σύζυγός της, Γιώργος, ανέλαβαν την ταβέρνα το 2002. Αρχικά, λειτουργούσαν το μέρος ως καφενείο, ενώ σέρβιραν ποτά και μεζέδες, που ετοίμαζε η μητέρα του Γιώργου, η Μαρία Γαλανάκη. Στη συνέχεια, άρχισαν να σερβίρουν και άλλα πιάτα, μετατρέποντάς το καφενείο σε ταβέρνα με πλήρες μενού.
Ο Γιώργος, πέθανε το 2010, αλλά η Μόνικα συνεχίζει να διαχειρίζεται την ταβέρνα. Μερικές φορές, μπορείτε να δείτε και κάποια από τα πέντε παιδιά τους να εργάζονται στο μαγαζί.
Η Μόνικα φροντίζει να χρησιμοποιεί φρέσκα προϊόντα, από τοπικούς παραγωγούς και πάντα ανάλογα με την εποχικότητα. Λόγου χάρη, χρησιμοποιεί ελαιόλαδο, από ελιές που συγκομίζονται στην περιοχή. Το μενού περιλαμβάνει παραδοσιακά ελληνικά και κρητικά πιάτα. Πολλές από τις συνταγές της πεθεράς της συνεχίζουν, ακόμη και σήμερα, να αποτελούν έμπνευση για την Μόνικα.
Οι θαμώνες της ταβέρνας είναι τόσο ντόπιοι όσο και ξένοι. Οι ντόπιοι, συνήθως, έρχονται για καφέ και μπύρα, ενώ υπάρχουν τουρίστες και κάτοικοι από τα Χανιά και το Ρέθυμνο, που έρχονται πολύ τακτικά.
Όταν η Μόνικα δεν εργάζεται στο μαγαζί, της αρέσει να τρέχει σε μαραθώνιους. Αρχικά, το βρήκε πολύ διασκεδαστικό και ήδη, μέσα σε αυτά τα τελευταία χρόνια, έχει τρέξει σε τρεις μαραθώνιους.
Η ταβέρνα είναι ανοιχτή από τα τέλη Μαρτίου έως τα τέλη Νοεμβρίου. Κατά τη θερινή περίοδο, είναι ανοιχτό από τις 10:00 π.μ. έως και την αποχώρηση των τελευταίων πελατών. Κατά τη χειμερινή περίοδο, το ωράριο λειτουργίας ποικίλλει, γι' αυτό καλό είναι να τηλεφωνήσετε πρώτα, για να δείτε αν η ταβέρνα είναι ανοιχτή. Τη Δευτέρα η ταβέρνα παραμένει κλειστή.
Στην άκρη της κεντρικής πλατείας του Γαβαλοχωρίου (πίσω από το μνημείο του πολέμου), βρίσκεται ο ζεστός και φιλόξενος «Γαβαλιανός Καφενές». Οι περισσότεροι το αποκαλούν ως η «Ταβέρνα της Μόνικα», επειδή ανήκει στην Monica van den Bosch.
Η Μόνικα νοικιάζει το 300 ετών κτίριο, στο οποίο στεγάζεται η ταβέρνα, από μια ντόπια Γαβαλοχωριανή, που το κληρονόμησε ως προίκα από τον πατέρα της. Ο χώρος χρησιμοποιούταν ως καφενείο, ακόμη και κατά την Τουρκοκρατία. Μάλιστα, μπορείτε ακόμα να δείτε το τζάκι, όπου ψηνόταν ο καφές, στον τοίχο πίσω από το μπαρ. Κάποια στιγμή στο παρελθόν, το καφενείο λειτουργούσε και ως κουρείο, και μπορείτε ακόμα να δείτε τον παλιό καθρέφτη του κουρέα, στον τοίχο στα αριστερά του μπαρ. Το καφενείο είχε πολλά διαφορετικά ονόματα σε όλη την ιστορία του. Ένα από αυτά ήταν το «Υπομονή» και μπορείτε να δείτε μια πράσινη πινακίδα με αυτό το όνομα, στον τοίχο στα δεξιά του μπαρ.
Τη δεκαετία του 1970, τα ποτά του καφενείου αποθηκεύονταν σε ένα τελάρο, μέσα σε ένα πηγάδι στην άκρη του κτιρίου, για να παραμένουν κρύα. Ο ιδιοκτήτης του καφενείου έπρεπε σε κάθε παραγγελία να τραβήξει το τελάρο από το πηγάδι με ένα σχοινί, πράγμα που τον δυσκόλευε πολύ, λόγω της προχωρημένης ηλικίας του. Τα παιδιά του χωριού, για να τον δυσκολέψουν ακόμη περισσότερο, παρήγγελναν ένα ένα αφέψημα κάθε φορά.
Η Μόνικα και ο σύζυγός της, Γιώργος, ανέλαβαν την ταβέρνα το 2002. Αρχικά, λειτουργούσαν το μέρος ως καφενείο, ενώ σέρβιραν ποτά και μεζέδες, που ετοίμαζε η μητέρα του Γιώργου, η Μαρία Γαλανάκη. Στη συνέχεια, άρχισαν να σερβίρουν και άλλα πιάτα, μετατρέποντάς το καφενείο σε ταβέρνα με πλήρες μενού.
Ο Γιώργος, πέθανε το 2010, αλλά η Μόνικα συνεχίζει να διαχειρίζεται την ταβέρνα. Μερικές φορές, μπορείτε να δείτε και κάποια από τα πέντε παιδιά τους να εργάζονται στο μαγαζί.
Η Μόνικα φροντίζει να χρησιμοποιεί φρέσκα προϊόντα, από τοπικούς παραγωγούς και πάντα ανάλογα με την εποχικότητα. Λόγου χάρη, χρησιμοποιεί ελαιόλαδο, από ελιές που συγκομίζονται στην περιοχή. Το μενού περιλαμβάνει παραδοσιακά ελληνικά και κρητικά πιάτα. Πολλές από τις συνταγές της πεθεράς της συνεχίζουν, ακόμη και σήμερα, να αποτελούν έμπνευση για την Μόνικα.
Οι θαμώνες της ταβέρνας είναι τόσο ντόπιοι όσο και ξένοι. Οι ντόπιοι, συνήθως, έρχονται για καφέ και μπύρα, ενώ υπάρχουν τουρίστες και κάτοικοι από τα Χανιά και το Ρέθυμνο, που έρχονται πολύ τακτικά.
Όταν η Μόνικα δεν εργάζεται στο μαγαζί, της αρέσει να τρέχει σε μαραθώνιους. Αρχικά, το βρήκε πολύ διασκεδαστικό και ήδη, μέσα σε αυτά τα τελευταία χρόνια, έχει τρέξει σε τρεις μαραθώνιους.
Η ταβέρνα είναι ανοιχτή από τα τέλη Μαρτίου έως τα τέλη Νοεμβρίου. Κατά τη θερινή περίοδο, είναι ανοιχτό από τις 10:00 π.μ. έως και την αποχώρηση των τελευταίων πελατών. Κατά τη χειμερινή περίοδο, το ωράριο λειτουργίας ποικίλλει, γι' αυτό καλό είναι να τηλεφωνήσετε πρώτα, για να δείτε αν η ταβέρνα είναι ανοιχτή. Τη Δευτέρα η ταβέρνα παραμένει κλειστή.
Όνομα cookie | Ενεργός |
---|