Η ταβέρνα «Αρισμαρί» εκτείνεται σε ένα σύμπλεγμα παλαιών γραφικών κτιρίων, που περιβάλλουν την μικρή πλατεία «Πλατανάκι». «Πλατανάκι» είναι ο μικρός πλάτανος και η πλατεία έχει πάρει αυτό το όνομα, λόγω του συγκεκριμένου δέντρου που υπάρχει στο κέντρο της. Το «Αρισμαρί» απέχει μόλις λίγα μέτρα από την κεντρική πλατεία, στον δρόμο που οδηγεί προς το «Λαογραφικό Μουσείο», και θα το αναγνωρίσετε από τις πολύχρωμες καρέκλες και τα τραπέζια του. Το όνομα «Αρισμαρί» προέρχεται από μία λέξη της κρητικής διαλέκτου και σημαίνει «δεντρολίβανο».
Η πλατεία «Πλατανάκι» υπήρξε ανέκαθεν τόπος συγκέντρωσης για τους ντόπιους και τους τουρίστες. Κάποτε ήταν το κέντρο της τουρκικής γειτονιάς του Γαβαλοχωρίου και διέθετε έξι καφενεία, μερικά από τα οποία λειτουργούσαν και ως αρτοποιεία ή παντοπωλεία. Σε κάθε καφενείο σύχναζαν άτομα με διαφορετικές πολιτικές ή πολιτιστικές προτιμήσεις και οι καυγάδες ήταν συχνοί. Μέσα στον κεντρικό χώρο της ταβέρνας, μπορείτε να δείτε το τζάκι, όπου ψηνόταν ο καφές πάνω στα κάρβουνα, κατά το παρελθόν.
Το «Αρισμαρί» σερβίρει ελληνική κουζίνα. Τα τραπέζια του είναι καλυμμένα με χάρτινα τραπεζομάντιλα ή χάρτινα σουπλά, υπάρχει χαλαρή ατμόσφαιρα, ενώ συχνά θα δείτε να τριγυρνάνε μερικές γάτες.
Η ταβέρνα «Αρισμάρι» διευθύνεται από τη Διονυσία (Σούλα) Αγγελάκη και τον σύζυγό της Γιάννη Κοκολαντωνάκη, οι οποίοι μεγάλωσαν στα Χανιά. Αγόρασαν την επιχείρηση την άνοιξη του 2024 από τους προηγούμενους ιδιοκτήτες, την Αναστασία Καζούλη και τον σύζυγό της Βαγγέλη Μουλά. Ο Γιάννης έχει ένα μεγάλο κρεοπωλείο στην οδό Αποκορώνου, στο κέντρο των Χανίων, οπότε το «Αρισμάρι» έχει τη δυνατότητα να προμηθεύεται την καλύτερη ποιότητα κρεάτων. Το ζευγάρι αγόρασε το «Αρισμάρι», κατά κύριο λόγο, επειδή η Σούλα ήθελε να αφιερωθεί σε ένα δικό της φιλόδοξο εγχείρημα. Η Σούλα είναι ιδιαίτερα κοινωνική και μια ταβέρνα είναι το τέλειο μέρος για να συναντήσει και να αλληλεπιδράσει με ντόπιους και τουρίστες. Στο παρελθόν, είχε εργαστεί στο κρεοπωλείο του συζύγου της, σε μια ταβέρνα στους Αρμένους και, πριν από πολλά χρόνια, πάλι στο «Αρισμάρι». Έτσι, όταν η Αναστασία αποφάσισε να πουλήσει την επιχείρηση, η Σούλα άρπαξε την ευκαιρία να κάνει δική της την ταβέρνα που αγαπούσε.
Το μενού στο «Αρισμάρι» περιλαμβάνει παραδοσιακά ελληνικά πιάτα, ενώ τις περισσότερες φορές υπάρχουν πιάτα ημέρας, που μαγειρεύονται πάνω στα κάρβουνα, σε μαγειρικά σκεύη μινωικού τύπου. Όποτε είναι δυνατόν, η Σούλα χρησιμοποιεί φρέσκα προϊόντα από τη γη που έχουν η ίδια και ο Γιάννης στο κοντινό Νέο Χωριό. Μάλιστα, η λεμονάδα που σερβίρουν είναι χειροποίητη με βιολογικά λεμόνια από τις λεμονιές τους. Επίσης, ο κατάλογος με τα ποτά είναι πλούσιος, καθιστώντας το «Αρισμάρι» ιδανικό μέρος για μια απογευματινή μπύρα, ένα κοκτέιλ ή ένα βραδυνό ποτό. Επίσης, εδώ μπορείτε να δοκιμάσετε κάτι μέσα από μια τεράστια ποικιλία μη αλκοολούχων ποτών με την ονομασία “Be Fresh”, τα οποία διατίθενται σε γεύσεις όπως λεμόνι, τζίντζερ και ρόδι.
Συχνά, η Σούλα έχει τη συμπαράσταση των μελών της οικογένειάς της, που βοηθούν με διάφορους τρόπους στην ταβέρνα, γεγονός που εκτιμούν ιδιαίτερα πολλοί πελάτες που συχνάζουν εδώ. Ο Γιάννης, εργάζεται τα πρωινά στο κρεοπωλείο του, ενώ τα βράδια βοηθάει τη Σούλα στο «Αρισμαρί». Η μητέρα της Σούλας, η Κατερίνα, προετοιμάζει μερικά από τα πιάτα που σερβίρονται στην ταβέρνα, όπως λόγου χάρη τους γεμιστούς ανθούς κολοκυθιού με ρύζι, όταν φυσικά είναι στην εποχή τους. Ακόμη, στην ταβέρνα εργάζονται δύο από τα αδέλφια της Σούλας, ο Αρτέμης και ο Αριστείδης, καθώς και η έφηβη κόρη της, η Άννα. Η Σούλα και ο Γιάννης έχουν ακόμη έναν γιο, τον Κωνσταντίνο, τον οποίο μπορεί κανείς να δει να τριγυρνάει συχνά στην ταβέρνα, αλλά, μέχρι στιγμής, ο ρόλος του στην επιχείρηση, όπως εξηγεί η μητέρα του, περιορίζεται «στο να μπλέκει σε μπελάδες».
Οι περισσότεροι θαμώνες, που συχνάζουν στην ταβέρνα, είναι τουρίστες, ωστόσο έρχονται και πολλοί Έλληνες από τα Χανιά και το Ρέθυμνο, προκειμένου να απολαύσουν ένα ωραίο γεύμα. Επίσης, πολύ συχνά, η ταβέρνα φιλοξενεί μουσικές εκδηλώσεις, που προσελκύουν κόσμο από όλη την περιοχή. Η Σούλα και η οικογένειά της έχουν βάλει πολλή ενέργεια και αγάπη στο μέρος και αυτό είναι προφανές. Μάλιστα, ένας Γερμανός, που μένει στη γωνία από το «Αρισμάρι», επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ότι αγαπάει πολύ το σπίτι του στο Γαβαλοχώρι, ωστόσο δεν θα ήταν τόσο ξεχωριστό, αν δεν υπήρχε το «Αρισμάρι».
Μια πλάκα, εδώ, στην πλατεία Πλατανάκι, αναφέρει: «Το 1892 ιδρύθηκε εδώ επιτροπή για την αφύπνιση του κρητικού λαού από τον βαθύ ύπνο του, ενάντια στον Οργανικό Νόμο του 1879». Στην προκειμένη περίπτωση, γίνεται αναφορά στο «Σύμφωνο της Χαλέπας», συμφωνία που υπεγράφη το 1878, μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των εκπροσώπων της Κρητικής Επαναστατικής Επιτροπής, η οποία αποτελείτο από κορυφαίες προσωπικότητες της Κρήτης. Το σύμφωνο πήρε το όνομά του από την συνοικία όπου υπογράφηκε, δηλαδή την Χαλέπα.
Η συμφωνία αυτή έγινε, προκειμένου να τερματιστεί η αντίσταση της Κρήτης απέναντι στους Τούρκους, καθιστώντας το νησί ως αυτόνομο κράτος εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρείχε μεγάλο βαθμό αυτοδιοίκησης στους Κρήτες, συμπεριλαμβανομένου ότι οι δημόσιες υπηρεσίες θα στελεχώνονταν από ντόπιους Κρητικούς, η ελληνική γλώσσα θα γινόταν η επίσημη γλώσσα των δικαστηρίων κι ένα μέρος των φορολογικών εσόδων, θα παρέμενε στο νησί για τοπική χρήση. Οι Κρήτες θα στελέχωναν την αστυνομία του νησιού, ενώ θα παρεχόταν γενική αμνηστία σε όσους είχαν λάβει μέρος σε εξεγέρσεις κατά των Τούρκων. Αν και η Οθωμανική Αυτοκρατορία απέτυχε σε μεγάλο βαθμό να επιβάλει τις διατάξεις του Συμφώνου, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Κρήτης ήταν ιδιαίτερα αναστατωμένοι, επειδή πίστευαν ότι το Σύμφωνο παρέδιδε τη διοίκηση του νησιού στους ντόπιους χριστιανούς. Η σύγκρουση μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών συνεχίστηκε και σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί η τάξη, οι οθωμανικές αρχές έστειλαν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στην Κρήτη, μεταξύ 1880 και 1896. Η πλάκα, λοιπόν, σηματοδοτεί εκείνη τη συνάντηση, που έγινε στην πλατεία Πλατανάκι, για τον σχεδιασμό και την οργάνωση της κρητικής αντίστασης απέναντι στις οθωμανικές δυνάμεις. Διαβάστε περισσότερα >
Από την άνοιξη και ως το φθινόπωρο, το «Αρισμάρι» παραμένει ανοιχτό καθημερινά από τις 8:00 το πρωί έως τις 11:00 το βράδυ, εκτός Τρίτης. Τον χειμώνα, η ταβέρνα θα είναι ανοιχτή κάποια Σαββατοκύριακα, ανάλογα με τον καιρό, αλλά κατά κύριο λόγο θα παραμείνει κλειστή μεταξύ Δεκεμβρίου και Φεβρουαρίου.
Η ταβέρνα «Αρισμαρί» εκτείνεται σε ένα σύμπλεγμα παλαιών γραφικών κτιρίων, που περιβάλλουν την μικρή πλατεία «Πλατανάκι». «Πλατανάκι» είναι ο μικρός πλάτανος και η πλατεία έχει πάρει αυτό το όνομα, λόγω του συγκεκριμένου δέντρου που υπάρχει στο κέντρο της. Το «Αρισμαρί» απέχει μόλις λίγα μέτρα από την κεντρική πλατεία, στον δρόμο που οδηγεί προς το «Λαογραφικό Μουσείο», και θα το αναγνωρίσετε από τις πολύχρωμες καρέκλες και τα τραπέζια του. Το όνομα «Αρισμαρί» προέρχεται από μία λέξη της κρητικής διαλέκτου και σημαίνει «δεντρολίβανο».
Η πλατεία «Πλατανάκι» υπήρξε ανέκαθεν τόπος συγκέντρωσης για τους ντόπιους και τους τουρίστες. Κάποτε ήταν το κέντρο της τουρκικής γειτονιάς του Γαβαλοχωρίου και διέθετε έξι καφενεία, μερικά από τα οποία λειτουργούσαν και ως αρτοποιεία ή παντοπωλεία. Σε κάθε καφενείο σύχναζαν άτομα με διαφορετικές πολιτικές ή πολιτιστικές προτιμήσεις και οι καυγάδες ήταν συχνοί. Μέσα στον κεντρικό χώρο της ταβέρνας, μπορείτε να δείτε το τζάκι, όπου ψηνόταν ο καφές πάνω στα κάρβουνα, κατά το παρελθόν.
Το «Αρισμαρί» σερβίρει ελληνική κουζίνα. Τα τραπέζια του είναι καλυμμένα με χάρτινα τραπεζομάντιλα ή χάρτινα σουπλά, υπάρχει χαλαρή ατμόσφαιρα, ενώ συχνά θα δείτε να τριγυρνάνε μερικές γάτες.
Η ταβέρνα «Αρισμάρι» διευθύνεται από τη Διονυσία (Σούλα) Αγγελάκη και τον σύζυγό της Γιάννη Κοκολαντωνάκη, οι οποίοι μεγάλωσαν στα Χανιά. Αγόρασαν την επιχείρηση την άνοιξη του 2024 από τους προηγούμενους ιδιοκτήτες, την Αναστασία Καζούλη και τον σύζυγό της Βαγγέλη Μουλά. Ο Γιάννης έχει ένα μεγάλο κρεοπωλείο στην οδό Αποκορώνου, στο κέντρο των Χανίων, οπότε το «Αρισμάρι» έχει τη δυνατότητα να προμηθεύεται την καλύτερη ποιότητα κρεάτων. Το ζευγάρι αγόρασε το «Αρισμάρι», κατά κύριο λόγο, επειδή η Σούλα ήθελε να αφιερωθεί σε ένα δικό της φιλόδοξο εγχείρημα. Η Σούλα είναι ιδιαίτερα κοινωνική και μια ταβέρνα είναι το τέλειο μέρος για να συναντήσει και να αλληλεπιδράσει με ντόπιους και τουρίστες. Στο παρελθόν, είχε εργαστεί στο κρεοπωλείο του συζύγου της, σε μια ταβέρνα στους Αρμένους και, πριν από πολλά χρόνια, πάλι στο «Αρισμάρι». Έτσι, όταν η Αναστασία αποφάσισε να πουλήσει την επιχείρηση, η Σούλα άρπαξε την ευκαιρία να κάνει δική της την ταβέρνα που αγαπούσε.
Το μενού στο «Αρισμάρι» περιλαμβάνει παραδοσιακά ελληνικά πιάτα, ενώ τις περισσότερες φορές υπάρχουν πιάτα ημέρας, που μαγειρεύονται πάνω στα κάρβουνα, σε μαγειρικά σκεύη μινωικού τύπου. Όποτε είναι δυνατόν, η Σούλα χρησιμοποιεί φρέσκα προϊόντα από τη γη που έχουν η ίδια και ο Γιάννης στο κοντινό Νέο Χωριό. Μάλιστα, η λεμονάδα που σερβίρουν είναι χειροποίητη με βιολογικά λεμόνια από τις λεμονιές τους. Επίσης, ο κατάλογος με τα ποτά είναι πλούσιος, καθιστώντας το «Αρισμάρι» ιδανικό μέρος για μια απογευματινή μπύρα, ένα κοκτέιλ ή ένα βραδυνό ποτό. Επίσης, εδώ μπορείτε να δοκιμάσετε κάτι μέσα από μια τεράστια ποικιλία μη αλκοολούχων ποτών με την ονομασία “Be Fresh”, τα οποία διατίθενται σε γεύσεις όπως λεμόνι, τζίντζερ και ρόδι.
Συχνά, η Σούλα έχει τη συμπαράσταση των μελών της οικογένειάς της, που βοηθούν με διάφορους τρόπους στην ταβέρνα, γεγονός που εκτιμούν ιδιαίτερα πολλοί πελάτες που συχνάζουν εδώ. Ο Γιάννης, εργάζεται τα πρωινά στο κρεοπωλείο του, ενώ τα βράδια βοηθάει τη Σούλα στο «Αρισμαρί». Η μητέρα της Σούλας, η Κατερίνα, προετοιμάζει μερικά από τα πιάτα που σερβίρονται στην ταβέρνα, όπως λόγου χάρη τους γεμιστούς ανθούς κολοκυθιού με ρύζι, όταν φυσικά είναι στην εποχή τους. Ακόμη, στην ταβέρνα εργάζονται δύο από τα αδέλφια της Σούλας, ο Αρτέμης και ο Αριστείδης, καθώς και η έφηβη κόρη της, η Άννα. Η Σούλα και ο Γιάννης έχουν ακόμη έναν γιο, τον Κωνσταντίνο, τον οποίο μπορεί κανείς να δει να τριγυρνάει συχνά στην ταβέρνα, αλλά, μέχρι στιγμής, ο ρόλος του στην επιχείρηση, όπως εξηγεί η μητέρα του, περιορίζεται «στο να μπλέκει σε μπελάδες».
Οι περισσότεροι θαμώνες, που συχνάζουν στην ταβέρνα, είναι τουρίστες, ωστόσο έρχονται και πολλοί Έλληνες από τα Χανιά και το Ρέθυμνο, προκειμένου να απολαύσουν ένα ωραίο γεύμα. Επίσης, πολύ συχνά, η ταβέρνα φιλοξενεί μουσικές εκδηλώσεις, που προσελκύουν κόσμο από όλη την περιοχή. Η Σούλα και η οικογένειά της έχουν βάλει πολλή ενέργεια και αγάπη στο μέρος και αυτό είναι προφανές. Μάλιστα, ένας Γερμανός, που μένει στη γωνία από το «Αρισμάρι», επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ότι αγαπάει πολύ το σπίτι του στο Γαβαλοχώρι, ωστόσο δεν θα ήταν τόσο ξεχωριστό, αν δεν υπήρχε το «Αρισμάρι».
Μια πλάκα, εδώ, στην πλατεία Πλατανάκι, αναφέρει: «Το 1892 ιδρύθηκε εδώ επιτροπή για την αφύπνιση του κρητικού λαού από τον βαθύ ύπνο του, ενάντια στον Οργανικό Νόμο του 1879». Στην προκειμένη περίπτωση, γίνεται αναφορά στο «Σύμφωνο της Χαλέπας», συμφωνία που υπεγράφη το 1878, μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και των εκπροσώπων της Κρητικής Επαναστατικής Επιτροπής, η οποία αποτελείτο από κορυφαίες προσωπικότητες της Κρήτης. Το σύμφωνο πήρε το όνομά του από την συνοικία όπου υπογράφηκε, δηλαδή την Χαλέπα.
Η συμφωνία αυτή έγινε, προκειμένου να τερματιστεί η αντίσταση της Κρήτης απέναντι στους Τούρκους, καθιστώντας το νησί ως αυτόνομο κράτος εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παρείχε μεγάλο βαθμό αυτοδιοίκησης στους Κρήτες, συμπεριλαμβανομένου ότι οι δημόσιες υπηρεσίες θα στελεχώνονταν από ντόπιους Κρητικούς, η ελληνική γλώσσα θα γινόταν η επίσημη γλώσσα των δικαστηρίων κι ένα μέρος των φορολογικών εσόδων, θα παρέμενε στο νησί για τοπική χρήση. Οι Κρήτες θα στελέχωναν την αστυνομία του νησιού, ενώ θα παρεχόταν γενική αμνηστία σε όσους είχαν λάβει μέρος σε εξεγέρσεις κατά των Τούρκων. Αν και η Οθωμανική Αυτοκρατορία απέτυχε σε μεγάλο βαθμό να επιβάλει τις διατάξεις του Συμφώνου, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Κρήτης ήταν ιδιαίτερα αναστατωμένοι, επειδή πίστευαν ότι το Σύμφωνο παρέδιδε τη διοίκηση του νησιού στους ντόπιους χριστιανούς. Η σύγκρουση μεταξύ Μουσουλμάνων και Χριστιανών συνεχίστηκε και σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί η τάξη, οι οθωμανικές αρχές έστειλαν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στην Κρήτη, μεταξύ 1880 και 1896. Η πλάκα, λοιπόν, σηματοδοτεί εκείνη τη συνάντηση, που έγινε στην πλατεία Πλατανάκι, για τον σχεδιασμό και την οργάνωση της κρητικής αντίστασης απέναντι στις οθωμανικές δυνάμεις. Διαβάστε περισσότερα >
Από την άνοιξη και ως το φθινόπωρο, το «Αρισμάρι» παραμένει ανοιχτό καθημερινά από τις 8:00 το πρωί έως τις 11:00 το βράδυ, εκτός Τρίτης. Τον χειμώνα, η ταβέρνα θα είναι ανοιχτή κάποια Σαββατοκύριακα, ανάλογα με τον καιρό, αλλά κατά κύριο λόγο θα παραμείνει κλειστή μεταξύ Δεκεμβρίου και Φεβρουαρίου.
Όνομα cookie | Ενεργός |
---|